Σε μία εξέλιξη-ορόσημο για την κεφαλαιαγορά στην Ελλάδα, ο ευρωπαϊκός χρηματιστηριακός κολοσσός Euronext επιβεβαίωσε την πρόθεσή εξαγοράς του πλειοψηφικού ποσοστού του Χρηματιστηρίου Αθηνών (ΧΑ), εντάσσοντας την ελληνική αγορά στο δίκτυο των μεγάλων ευρωπαϊκών πλατφορμών διαπραγμάτευσης.
Η πρόταση, που προβλέπει την εξαγορά ποσοστού 65% της ΕΧΑΕ, της εταιρείας που διαχειρίζεται το ΧΑ, ανοίγει τον δρόμο για τη διασύνδεση της Αθήνας με άλλες ευρωπαϊκές μητροπόλεις.
Η εξαγορά δεν αφορά μόνο τις μετοχές και τις υποδομές. Το ΧΑ γίνεται μέλος ενός πανευρωπαϊκού δικτύου αγορών μαζί με το Παρίσι, τις Βρυξέλλες, το Άμστερνταμ, τη Λισαβόνα, το Δουβλίνο, το Μιλάνο και το Όσλο. Αυτό συνεπάγεται αυξημένη ορατότητα για τις ελληνικές μετοχές στους ευρωπαϊκούς (και παγκόσμιους) θεσμικούς επενδυτές.
Ποια είναι τα οφέλη για τους Έλληνες επενδυτές
Σύμφωνα με το πλάνο, οι συναλλαγές θα μεταφερθούν στην προηγμένη πλατφόρμα Optiq του Euronext, που προσφέρει ταχύτερη εκτέλεση, μεγαλύτερη σταθερότητα και καλύτερη διασύνδεση με τους επενδυτές. Αυτό σημαίνει βελτιωμένη εμπειρία για τους επενδυτές και μικρότερο λειτουργικό κόστος για χρηματιστηριακές και εισηγμένες.
Οι ελληνικές εταιρείες θα μπορούν να αντλούν κεφάλαια ή και να αποκτούν πρόσβαση όχι μόνο στην ελληνική αγορά, αλλά και σε άλλες πλατφόρμες του Euronext. Το παράδειγμα της Euronext Growth είναι χαρακτηριστικό για ΜμΕ.
Την ίδια στιγμή, η ένταξη στο Euronext συνοδεύεται από αυστηρότερα πρότυπα εταιρικής διακυβέρνησης, διαφάνειας και συμμόρφωσης, κάτι που ενισχύει τη φερεγγυότητα της ελληνικής αγοράς.
Για την Ελλάδα, η ενδεχόμενη συμφωνία έρχεται σε μία περίοδο όπου η ανάγκη επανεκκίνησης της κεφαλαιαγοράς είναι έντονη. Παρά την οικονομική ανάκαμψη, οι εγχώριες εισαγωγές στο ΧΑ παραμένουν περιορισμένες και η κεφαλαιοποίηση της αγοράς χαμηλή σε σύγκριση με το ΑΕΠ. Η ένταξη στον Euronext μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης, υπό την προϋπόθεση ότι το κράτος και οι επιχειρήσεις θα αξιοποιήσουν την ευκαιρία.
Το Χρηματιστήριο Αθηνών μπαίνει πλέον στο «κλαμπ των μεγάλων» της Ευρώπης. Το αν αυτή η νέα εποχή θα αποδώσει, θα εξαρτηθεί από το κατά πόσο η Ελλάδα θα καταφέρει να μετατρέψει την πρόσβαση σε πραγματική ανάπτυξη για την εγχώρια αγορά και τους επενδυτές της.
Πηγή: www.newsit.gr