Η απεργία «Ψωμί και Τριαντάφυλλα» ξεκίνησε στα μέσα του Ιανουαρίου του 1912, όταν οι εργάτριες στο Λόρενς της Μασαχουσέτης αποφάσισαν να αντιταχθούν στους μισθούς πείνας, τις περικοπές και τις άθλιες συνθήκες εργασίας.
Η απεργία, την οποία η αστυνομία προσπάθησε να καταστείλει βιαίως επιτηθέμενη μέχρι και σε μικρά παιδιά, κατέληξε σε μια νίκη-ορόσημο και έκανε γνωστό ένα διαχρονικό σύνθημα: «Η εργάτρια πρέπει να έχει ψωμί, αλλά πρέπει να έχει και τριαντάφυλλα».
Οι εργάτριες λένε «όχι»
«Μικρός μισθός, μικρός μισθός, φώναζαν οι Πολωνές εργάτριες στις 11 Ιανουαρίου του 1912, καθώς άφηναν τους αργαλειούς τους και έβγαιναν από το εργοστάσιο στο Λόρενς της Μασαχουσέτης. Η πολιτεία είχε πρόσφατα ψηφίσει μια μέτρια εργασιακή μεταρρύθμιση που μείωνε τον μέγιστο αριθμό ωρών εργασίας των γυναικών και των παιδιών από πενήντα έξι σε πενήντα τέσσερις, και οι εργοδότες είχαν αμέσως μειώσει τις αμοιβές τους. Την επομένη της απεργίας, χιλιάδες εργάτες εργοστασίων στην περιοχή ενώθηκαν μαζί τους», γράφει στο Jacobin η Liza Featherstone.
Η πνευμονία και η φυματίωση οργίαζαν και το ένα τρίτο των εργατών πέθαιναν πριν κλείσουν τα είκοσι πέντε τους χρόνια
Αν και η απεργία ξεκίνησε από το Everett Mill, η είδηση διαδόθηκε και μέχρι το επόμενο πρωί χιλιάδες γυναίκες είχαν προσχωρήσει στις κινητοποιήσεις. Η προηγούμενη σοσιαλιστική οργάνωση και οι μαχητικές δράσεις είχαν συμβάλει στη δημιουργία των συνθηκών για τη δράση των εργατριών. Για παράδειγμα, το προηγούμενο έτος 87 γυναίκες είχαν οργανώσει μια στάση εργασίας για μια αύξηση μισθού, παίρνοντας μαθήματα που στη συνέχεια αξιοποίησαν για την απεργία «Ψωμί και τριαντάφυλλα».
Η απεργία τροφοδοτήθηκε από μια ομάδα εργατών, συμπεριλαμβανομένων έφηβων κοριτσιών. Περίπου οι μισές εργάτριες ήταν νεαρές γυναίκες ηλικίας δεκατεσσάρων έως δεκαοκτώ ετών, ενώ τα δύο τρίτα ήταν μετανάστριες, μεταξύ άλλων από τη Γαλλία, την Ιταλία, τη Ρωσία, τη Συρία, την Αρμενία, την Ιρλανδία, το Βέλγιο και τη Λιθουανία.
Πείνα, φτώχεια, αντίδραση
Οι συνθήκες εργασίας στα εργοστάσια ήταν φρικτές. Η πνευμονία και η φυματίωση οργίαζαν και το ένα τρίτο των εργατών πέθαιναν πριν κλείσουν τα είκοσι πέντε τους χρόνια. Τα παιδιά-εργάτες συχνά έχαναν τη ζωή τους μέσα στα πρώτα δύο χρόνια της εργασίας τους. Οι εργάτες ζούσαν σε εξαιρετικά φτωχές συνθήκες, συχνά στα πρόθυρα της πείνας. Όταν τον Ιανουάριο του 1912 ήρθε η περικοπή των μισθών τους, πολλοί εργάτες δεν ήταν σε θέση να θρέψουν τους εαυτούς τους ή τα παιδιά τους.
Τόσο η διοίκηση όσο και οι αστυνομικοί διαπίστωσαν ότι δεν μπορούσαν να ελέγξουν τις διαδηλώτριες που κρατούσαν μαχαίρια. Ένα αφεντικό αποκάλεσε τις γυναίκες «γεμάτες πονηριά και κακοδιάθετες»
Η απεργία στοίχισε στην καπιταλιστική τάξη. Τα εργοστάσια του Λόρενς ήταν ζωτικής σημασίας για την εθνική και την τοπική οικονομία, καθώς παρήγαγαν το ένα τέταρτο του μαλλιού στις Ηνωμένες Πολιτείες, αποτελούσαν τα δύο τρίτα της τοπικής μεταποιητικής οικονομίας και περισσότερα από τα δύο τρίτα του συνόλου των κεφαλαίων που επενδύονταν στο Λόρενς.
Δεν είναι λοιπόν περίεργο που το κράτος και οι άρχουσες τάξεις κινητοποιήθηκαν για να καταστείλουν την απεργία. Οι ιδιοκτήτες των εργοστασίων έστρεψαν τις μάνικες εναντίον των διαδηλωτών. Κρατικές πολιτοφυλακές και αστυνομικοί κλήθηκαν από γειτονικές πόλεις, ακόμη και πεζοναύτες. Η αστυνομία ξυλοκόπησε μητέρες και παιδιά καθώς οι οικογένειες προσπαθούσαν να βάλουν τα παιδιά στο τρένο για να τα στείλουν μακριά από το επικίνδυνο χάος.
«Ναι, για το Ψωμί παλεύουμε και για τα Τριαντάφυλλα»
Εξοργισμένες από την αστυνομική βία, αποφάσισαν να αντισταθούν με ότι μέσα διέθεταν. Οι Ιταλίδες, οι οποίες βρέθηκαν σώμα με σώμα με έναν αστυνομικό σε μια γέφυρα, του αφαίρεσαν το ρόπαλο, το όπλο, το σήμα, ακόμη και το παντελόνι, και τον τρομοκρατούσαν κρεμώντας τον πάνω από το παγωμένο νερό. Τόσο η διοίκηση όσο και οι αστυνομικοί διαπίστωσαν ότι δεν μπορούσαν να ελέγξουν τις διαδηλώτριες που κρατούσαν μαχαίρια. Ένα αφεντικό αποκάλεσε τις γυναίκες «γεμάτες πονηριά και κακοδιάθετες».
Το σύνθημα «Ψωμί και τριαντάφυλλα», για το οποίο η απεργία είναι περισσότερο γνωστή, δεν προέκυψε το 1912. Είχε επινοηθεί νωρίτερα από τις σουφραζέτες – αν και ένα παρόμοιο σύνθημα υπήρχε και στα ριζοσπαστικά κινήματα της εργατικής τάξης στην Ιταλία – και έγινε μια έκφραση της επιθυμίας των εργαζομένων να έχουν τόσο τα απαραίτητα όσο και τις απολαύσεις της ζωής.
Αλλά ήταν μια ομιλία προς τους απεργούς του Λόρενς από τη Ρόουζ Σνάιντερμαν, που το έκανε δημοφιλές.
Οι απεργοί κατάφεραν μέσα από τον αγώνα τους να κερδίσουν πολλά. Έφυγαν με αύξηση των μισθών κατά 15%, διπλή αμοιβή για τις υπερωρίες και δέσμευση για μη επιβολή αντιποίνων σε βάρος των εργαζομένων που συμμετείχαν στην απεργία. Η μεγάλη αύξηση των μισθών επεκτάθηκε και στην περιφερειακή αγορά εργασίας, αυξάνοντας τους μισθούς πολλών άλλων εργαζομένων.
«Καθώς τραβάμε εμπρός, εμπρός αμέτρητες γυναίκες πεθαμένες
σμίγουν το θρήνο τους και λένε το παλιό τραγούδι του ψωμιού
οι σκλαβωμένες ψυχές τους γνώρισαν λίγη μόνον ομορφιά, τέχνη κι αγάπη.
Ναι, για το Ψωμί παλεύουμε και για τα Τριαντάφυλλα»
(απόσπασμα από το ποίημα του Τζέιμς Οπενχάιμ για τις απεργούς που δέχθηκαν επίθεση από την αστυνομία)
*Με πληροφορίες από: Jacobin | Liza Featherstone | Kεντρική φωτογραφία θέματος: Digital Public Library of America
Πηγή: www.in.gr